του Π. Πετρίδη
Όλοι ξέρουμε τι είναι τζόγος. Είναι το να παίζει κανείς τυχερά παιγνίδια όπου χάνει ή κερδίζει χρήματα και όπου κατά κανόνα επιδιώκει να κερδίσει χρήματα. Δεν μπορούν όμως όλοι να κερδίσουν. Ακόμη και σε ένα παιγνίδι που οι παίκτες είναι «ισότιμοι», κάποιος/οι θα κερδίσει(ουν) αλλά οι υπόλοιποι θα χάσουν γιατί το κέρδος δεν πέφτει από τον ουρανό, είναι η χασούρα του άλλου. Αν πάλι έχουμε ένα παιγνίδι που το προσφέρει κάποιος τρίτος όπως για παράδειγμα ένα καζίνο, αυτό θα είναι σχεδόν πάντα κερδισμένο σε βάρος της μεγάλης πλειοψηφίας των παικτών, γιατί έτσι είναι φτιαγμένο το παιγνίδι.
Αλλά γιατί να θέλει κανείς να κερδίσει χρήματα όταν διακινδυνεύει να χάσει χρήματα; Μια απάντηση είναι για «διασκέδαση». Χάθηκαν όμως άλλοι τρόποι διασκέδασης; Μια πιο λογική απάντηση που υποστηρίζεται από την εμπειρία λέει ότι αν ο παίκτης δεν είναι ο ίδιος πλούσιος, παίζει γιατί προσδοκά ένα πρόσθετο εισόδημα για την ζωή του, χρήματα για να κάνει κάτι που κανονικά δεν μπορεί ή μερικές φορές για «να κάνει την τύχη του», να αλλάξει την οικονομική του κατάσταση. Σε παιγνίδια που θέλουν και κάποιες γνώσεις, μπορεί να αισθάνεται ότι θα παίξει πιο καλά από τους άλλους και με λίγη τύχη θα κερδίσει. Συνήθως όμως αυτό δεν συμβαίνει. Ο παίκτης χάνει. Και επειδή δεν είναι πλούσιος αυτά που χάνει είναι χρήματα που θα ξόδευε σε κάτι πιο ωφέλιμο για τον ίδιο ή την οικογένειά του. Σκέφτεται όμως ότι μπορεί μεν να έχασε αλλά την επόμενη φορά θα κερδίσει και μάλιστα τόσα ώστε να είναι συνολικά κερδισμένος. Συμβαίνει όμως να ξαναχάσει και πάλι να χάσει. Σιγά - σιγά αρχίζει να παίζει για να πάρει πίσω αυτά που έχασε, αλλά οι όροι του παιγνιδιού δεν τον ευνοούν. Δοκιμάζει πάλι και πάλι, όμως τα πράγματα γίνονται χειρότερα. Αρχίζει να παίζει με χρήματα που τα έχει ανάγκη, όλο και πιότερη ανάγκη. Εδώ αρχίζει να υπάρχει πρόβλημα. Η κατάσταση μπορεί να εξελιχθεί και αλλιώς αν και οι πιθανότητες γι’ αυτό είναι λιγότερες. Μπορεί να κερδίσει μερικές φορές και αυτό του φέρνει ικανοποίηση τόσο γιατί κέρδισε όσο και από την «συγκίνηση» του παιγνιδιού. Συνεχίζει φυσικά να παίζει αλλά κάποια στιγμή, επειδή έτσι είναι βαλμένοι οι όροι του παιγνιδιού, χάνει και καταλήγει στην πρώτη περίπτωση.
Διαπιστώνει όμως ο παίκτης ότι του είναι δύσκολο να σταματήσει. Θέλει να συνεχίσει για να αναπληρώσει την ζημιά του τουλάχιστον, αλλά επίσης γιατί συνήθισε και το παιγνίδι του ασκεί μια έλξη. Τώρα το πρόβλημα γίνεται πιο σοβαρό. Αρχίζει να αναπτύσσει έναν εθισμό. Είναι πια αρκετά ευκολότερο να συνεχίσει και αρκετά δυσκολότερο να σταματήσει. Εδώ πρέπει να μιλήσει η επιστήμη. Η επιστήμη λέει ότι σαν αποτέλεσμα της νευροφυσιολογικής λειτουργίας του εγκεφάλου εκκρίνεται μια χημική ουσία, η ντοπαμίνη, που κάνει τον άνθρωπο να διεγείρεται, να νοιώθει ευχάριστα την στιγμή που παίζει ακόμη και ανεξάρτητα από το αν κερδίζει ή χάνει και που αντιδρά στην ενδεχόμενη προσπάθειά του να σταματήσει, επιλογή στην οποία μπορεί να τον οδηγούσε η ελεύθερη κρίση του.
Στοιχεία επιστημονικών ερευνών που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν δείχνουν ότι σε χώρες που ο τζόγος είναι πολύ διαδεδομένος, που έχουν παράδοση σ’ αυτόν, πάντα εμφανίζεται αυτό το φαινόμενο όχι σε ατομική αλλά σε κοινωνική κλίμακα. Σύμφωνα με το άρθρο «Εθισμός στον τζόγο, Στοιχεία και Στατιστική» που αφορά τις ΗΠΑ, μέχρι και 10.000.000 αμερικανοί έχουν έναν βαθμό εθισμού στον τζόγο. Σύμφωνα με μελέτη περίπου ένας στους 25 έφηβους έχουν πρόβλημα εθισμού. Στοιχεία ερευνών στην Βρετανία σε εθνική κλίμακα που αφορά το έτος 2019, προσδιορίζουν συνολικό ποσοστό εθισμού χαμηλού έως υψηλού κινδύνου να κυμαίνεται από 4% έως 13% των ενήλικων παικτών.
Ο εθισμός όμως ο οποίος έχει βαθμίδες δεν έρχεται μόνος του. Κάνει ζημιά στην ψυχική υγεία, προκαλεί άγχος, ακόμη και κατάθλιψη. Διαταράσσει την οικογενειακή ζωή γιατί ο παίκτης αμελεί την οικογένεια, οδηγεί στο ποτό ή και στην λήψη ουσιών, που σε συνδυασμό με την οικονομική δυστοκία κάνει «φυσιολογική» την αμέληση των οικονομικών υποχρεώσεων, οδηγεί στα χρέη, στην ανεργία, στην περιθωριοποίηση, στην εγκληματικότητα, ακόμη και στην αυτοκτονία. Στις ΗΠΑ 23.000.000 άνθρωποι έχουν χρέη λόγω τζόγου. Οι στατιστικές δείχνουν ότι οι οικογένειες όπου ένας γονέας είναι εθισμένος είναι πιθανότερο να εκδηλώσουν ενδοοικογενειακή βία περιλαμβανομένης της κακοποίησης παιδιών. Παιδιά τέτοιων οικογενειών έχουν αυξημένη πιθανότητα να εκδηλώσουν στο μέλλον κατάθλιψη, χρήση ουσιών και προβλήματα συμπεριφοράς. Περίπου οι μισοί εθισμένοι στον τζόγο διαπράττουν αδικήματα και εγκλήματα. Τα περισσότερα από αυτά σχετίζονται με την απόκτηση χρημάτων για παίξιμο και την πληρωμή χρεών. Όσο διαδίδεται ο εθισμός τόσο μεγαλώνει και η σχετική με αυτόν εγκληματική δραστηριότητα. Μιλώντας για την υψηλή βαθμίδα, από τους εθισμένους παίκτες 73% έχουν την διαταραχή του αλκοολισμού. Περίπου 50% έχουν μια ψυχική διαταραχή, συνήθως κατάθλιψη. Το 38% αυτών με εθισμό στον τζόγο έχουν σκεφτεί την αυτοκτονία. Το 25% μέχρι 50% των συζύγων εθισμένων στο παιγνίδι έχουν τύχει κακομεταχείρισης ή κακοποιηθεί. Πάνω από 100.000.000.000 $ χάνονται ετήσια στις ΗΠΑ λόγω τυχερών παιγνιδιών. 7.000.000.000 $ ξοδεύονται σαν κοινωνικό κόστος. Στην Βρετανία, περίπου το 7% όλου του πληθυσμού της έχουν δεχτεί τις αρνητικές επιδράσεις της συμμετοχής στον τζόγο άλλων. Οι οικονομικές δυσκολίες που σχετίζονται με χρέη λόγω τζόγου είναι οξείες και μπορούν να οδηγήσουν στην στέρηση κατοικίας, ενώ η ενασχόληση με τον τζόγο οδηγεί στην απώλεια της εργασίας. Παιδιά εθισμένων παικτών έχουν δυσκολίες στο σχολείο λόγω της χαοτικής κατάστασης της οικογενειακής ζωής. Συστηματικές απουσίες ή και εγκατάλειψη της εκπαίδευσης. Η εκτίμηση για το ετήσιο κοινωνικό κόστος των συνεπειών στην υγεία κυμαίνεται από 635 ως £1.355,5 εκατομμύρια £. Όλα τα παραπάνω στοιχεία είναι από το 2019 και μετά.
Για τους λόγους αυτούς στις χώρες που αναφέρθηκαν αλλά όχι μόνο σε αυτές, ο εθισμός στο τυχερό παιγνίδι αναγνωρίζεται σαν πρόβλημα δημόσιας υγείας.
Βέβαια ο βαρύς εθισμός (υψηλός κίνδυνος), αντιπροσωπεύει ένα μικρό ποσοστό αυτών που παίζουν αλλά ένα αρκετά μεγαλύτερο ποσοστό αυτών που παίζουν τα πιο εθιστικά παιγνίδια, όπως τα «φρουτάκια» (που υπάρχουν και στα καζίνα), αλλά και τα «κλασικά» παιγνίδια του καζίνου. Παραπέρα ο εθισμός αποτελεί κίνδυνο για την πλειοψηφία τουλάχιστον αυτών που παίζουν και αυτό καθορίζεται από κοινωνικοοικονομικούς όρους. Έχει με έρευνες αποδειχτεί πως ο κίνδυνος αυτός είναι μεγαλύτερος για τις νεαρότερες ηλικίες καθώς και για τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα. Έτσι στην Αγγλία το κοινωνικοδημογραφικό προφίλ των παικτών που έχουν αυξημένο κίνδυνο εθισμού ή είναι εθισμένοι, αλλάζει όσο ο κίνδυνος αυξάνεται και ο πιο βλαβερός τζόγος συσχετίζεται με ανθρώπους που είναι άνεργοι και εκείνους που ζουν στις πιο στερημένες περιοχές. Η ΒΔ Αγγλία και η ΒΑ (που είναι πιο φτωχές από την νότια Αγγλία), παρουσιάζουν υψηλότερα επίπεδα παικτών σε κίνδυνο από ότι η νότια Αγγλία.
Αυτήν την τάση την επιβεβαιώνουν στοιχεία έρευνας του 2020 (έτος αναφοράς το 2019) στην Ελλάδα, που διεξήγαγε η Επιτροπή Ελέγχου και Εποπτείας Παιγνίων (ΕΕΕΠ), η ίδια αυτή επιτροπή που εισηγήθηκε θετικά για την μεταφορά του καζίνου της Πάρνηθας στο Μαρούσι. Σύμφωνα με αυτήν: «Τα μεγαλύτερα ποσοστά προβληματικής ενασχόλησης (παίκτες μετρίου κινδύνου και παίκτες με προβληματική συμπεριφορά), εμφανίζονται στις χαμηλότερες εισοδηματικές κατηγορίες». Στοιχεία της αντίστοιχης έρευνας του 2022, που αφορούν το 2021, όπου εξετάζονται κλίμακες ποσών που παίζονται σε σχέση με την οικονομική κατάσταση και την ικανοποίηση αναγκών, δείχνουν ότι ποσοστά ανάμεσα στο 30% και το 40% των παικτών για τους οποίους τα ποσά που παίζουν μετράνε, γιατί με δυσκολία τα βγάζουν πέρα ή δεν τους φτάνει το εισόδημά τους, παίζουν και τα χάνουν στα τυχερά παιγνίδια.
Αλλά να τι γράφεται στην ετήσια Έκθεση Πεπραγμένων της ΕΕΕΠ έτους 2020 με βάση τα στοιχεία της έρευνας του 2020, γενικά γι’ αυτούς που παίζουν: «Οι σχετικοί δείκτες δείχνουν ... ότι σχεδόν όλοι όσοι παίζουν χαρακτηρίζονται από χαμηλότερα επίπεδα ικανοποίησης από τη ζωή, ψυχικής υγείας, κοινωνικών σχέσεων και ενδιαφέροντος για τα κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά δρώμενα, ενώ συγκριτικά με όσους δεν παίζουν, οι παίκτες εμφανίζονται περισσότερο επιρρεπείς στις συνήθειες του καπνίσματος και του αλκοόλ»
Ίσως την καλύτερη περιγραφή του βάραθρου στο οποίου μπορεί να πέσει ένας εθισμένος άνθρωπος την δίνει η παρακάτω αφήγηση: «Σε αυτό το γράμμα θα προσπαθήσω με τα λίγα γράμματα που ξέρω να γράψω και να σας περιγράψω πώς έφτασα στην αυτοκτονία. Επιθυμία μου είναι να καθαρογραφεί και να δημοσιευθεί μήπως σωθούν άλλοι άνθρωποι. Στη ζωή μου τζόγο δεν έπαιζα. Όταν βγήκαν τα «φρουτάκια» άρχισα να παίζω και με τον καιρό άρχισε να μου γίνεται συνήθεια. Μπήκε το μικρόβιο του τζόγου μέσα μου, σιγά – σιγά με τον καιρό μου έγινε πάθος και ήθελα να παίζω τακτικά. Ό,τι χρήματα είχα, όλα τα έπαιζα στα «φρουτάκια». Είχα χάσει τον ύπνο μου, πάλευα να το αποφύγω, αλλά δε μπορούσα ... Έβλεπα ανθρώπους να καταστρέφονται, αλλά δε μπορούσα να γλιτώσω, για ένα χιλιάρικο να ξευτελίζεται ο άνθρωπος, να παρακαλάει και μια μέρα ακούγεται ότι ο Παπαθεμελής τα κλείνει ... Πέρασε ενάμισι χρόνος και ξαφνικά αρχίζουν μετά από μεγάλες πιέσεις τα κυκλώματα να ανοίγουν, παράνομα μεν, αλλά ερχόταν η Αστυνομία, αυτοί τα έκλειναν, έφευγε, τα άνοιγαν και το κακό άρχισε. Πήγαινα να κάνω καταγγελία για να γλιτώσω, μου έλεγαν πρέπει να την κάνεις επώνυμα. Μα πώς να την κάνω επώνυμα, έχω οικογένεια. Αυτοί είναι μαφιόζοι. Θα σας πάρω μέσα από το μαγαζί να έρθετε, εάν μας πάρεις και έρθουμε θα σε πάρουμε και σένα γιατί παίζεις ... Και έμεινα μόνος με το πάθος του τζόγου. Έρχονται και τα καζίνα, αυτά δεν τα φοβήθηκα, γιατί είχα ακούσει ότι κάνεις μια υπεύθυνη δήλωση και απαγορεύεται η είσοδος στα καζίνα. Πήγα στον Μαρμαρά δύο φορές. Την τρίτη πήγα και τους είπα θέλω να κάνω απαγόρευση και μου είπαν κάνε δήλωση, ότι δεν επιθυμείς να μπεις στο καζίνο και έγραψα για πάντα. Είχα δουλειά και πήγα στο Μαρμαρά και με έπιασε το πάθος να παίξω, πήγα και με βάλανε μέσα, είκοσι μέρες δεν πέρασαν που είχα κάνει την δήλωση. Φεύγοντας κάνω πάλι δήλωση. Μετά δύο μήνες, πήγα, με βάλανε πάλι μέσα. Λόγω της φύσης της δουλειάς μου, που ήταν σε όλη την Ελλάδα, πήγα στην Πάτρα, μπήκα στο καζίνο του Ρίο, έπαιξα δύο φορές. Έκανα δήλωση να μη με βάλουν ποτέ και να επιμένω. Πάω μετά από ένα μήνα, με βάλανε μέσα, έχασα όλα τα λεφτά που είχα και της δουλειάς και απελπίστηκα ... Σε άλλο ταξίδι πάω στο Λουτράκι και εκεί το ίδιο, τρεις φορές υπεύθυνη δήλωση. Καζίνο Θεσσαλονίκη πήγα δύο φορές, κάνω δήλωση να μη με βάλουν ποτέ. Πήγα πάλι και με ξαναβάλανε ... Επειδή έχω διαμέρισμα στο όνομά μου, μου έδωσαν δύο εκατομμύρια και έξι εκατομμύρια για ανακαίνιση για δέκα χρόνια. Πήρα τα χρήματα και άρχισα να παίζω .... Έχασα 14 εκατομμύρια. Πούλησα το χωράφι στο χωριό ... Ήρθα πάλι στην Ξάνθη και για κακή μου τύχη είχα και το βιβλιάριο μαζί μου. Μέσα σε πέντε μέρες τα έχασα όλα. Είμαι ένα ράκος. Ζωντανός νεκρός. Έως εδώ άντεξα, από εδώ και πέρα αρχίζουν οι ξευτιλισμοί. Δε θέλω να δω χειρότερα, γιατί είμαι ένα φυτό. Δε μπορώ να δουλέψω ... Πίνω ποτά. Καλύτερα να φύγω για να μην είμαι βάρος. Κάντε έρευνα, σώστε τον κόσμο, κάθε μέρα καταστρέφονται. Σήμερα είμαι εγώ, αύριο μπορεί να είστε εσείς ... Έχω δύο κοριτσάκια, 7+10 ετών. Σας παρακαλώ βοηθήστε τα ψυχολογικά, δε φταίνε σε τίποτα». Το σχετικό άρθρο αναφέρει: «Τέλος στη ζωή του, με ένα βρόγχο που έφτιαξε με σχοινί, έδωσε τα ξημερώματα του Σαββάτου ο Στάθης Χαράλαμπος, 42 χρόνων, από την Πολίχνη Θεσσαλονίκης».
Οι κυβερνήσεις, το κράτος και το σύστημα, ιδεολογικοί προαγωγοί του τζόγου στην κοινωνία
Τι είναι όμως αυτό που μια τέτοια σε εγκληματικό βαθμό αντικοινωνική δραστηριότητα κάνει την ίδια την κοινωνία να μην την εξοστρακίζει, αντίθετα να την καλλιεργεί, να την προβάλλει σαν μορφή αναψυχής, σαν μια φυσιολογική δραστηριότητα με πολλές συγκινήσεις, σαν πρόσβαση σε εμπειρίες που παλιά μόνον οι πλούσιοι απολάμβαναν; Δεν χρειάζεται και πολύ σκέψη για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό. Είναι το κέρδος για τις επιχειρήσεις του τζόγου (των οποίων οι ιδιοκτήτες μπορεί να είναι και αλλού επενδυτές) και τις συναφείς δραστηριότητες, και κατά τα λεγόμενα και οι φόροι που μαζεύει το κράτος. Αν και το δεύτερο είναι λόγος σοβαρά αμφισβητήσιμος, το πρώτο είναι σίγουρο. Μέσα στο παιγνίδι μπαίνει και ο τουρισμός ειδικά σε μια χώρα σαν την Ελλάδα που τον έχει αποθεώσει, που τον θεωρεί σαν την «βαριά βιομηχανία» της. Μόνο που για τα φημισμένα διεθνώς κέντρα του τζόγου, αυτή η ιδιαίτερη μορφή τουρισμού, ο τουρισμός του τζόγου ή ο τουρισμός που ελκύεται και από τον τζόγο είναι πραγματικός παράγοντας, για την Ελλάδα είναι πρώτιστα μια επίκληση για να γίνει πιο αποδεκτός ο ίδιος ο τζόγος. Και εδώ ερχόμαστε στην πολιτική και την ιδεολογική πλευρά του φαινομένου. Από το 2015 και μετά οι κυβερνήσεις προετοίμασαν νομοθετικά το έδαφος για την μεταφορά του καζίνου της Πάρνηθας στο Μαρούσι (νόμοι 4499/2017 και 4512/2018 και ΚΥΑ 235/4-7-2019 της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, νόμος 4790/2021 και ΠΔ 36/2023 της κυβέρνησης της ΝΔ). Το ΠΔ 36/2023 εντάσσει το καζίνο μέσα στο σχήμα του «ολοκληρωμένου Πόλου Τουρισμού και Ψυχαγωγίας» ανακατεύοντας και βάζοντας σε ίση μοίρα τις «λειτουργίες πολιτισμού» με μια τέτοια αντικοινωνική δραστηριότητα σαν το καζίνο.
Στην πανεπιστημιακή ημερίδα του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου (2016) για το θέμα του τζόγου και στην περίληψη των υλικών αναφέρεται: «Τα τυχερά παίγνια αποτελούν έκφραση της ανθρώπινης συμπεριφοράς που συνδέεται και με την αθλητική δραστηριότητα, με στόχο την ψυχαγωγία και την διασκέδαση, σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο, ήδη από την εποχή των αρχαίων χρόνων και σε διαφορετικά πολιτισμικά πλαίσια». «Χρειάζεται ένα κανονιστικό πλαίσιο ρύθμισης των τυχερών παιγνίων στο διαδίκτυο που θα προλαμβάνει παθολογικές συμπεριφορές χωρίς όμως να αποτρέπει μια κοινωνική λειτουργία όπως ο αθλητικός στοιχηματισμός». Ο πρόεδρος της επιστημονικής επιτροπής της ημερίδας και επίκουρος καθηγητής Π. Αλεξόπουλος λέει: «Το αθλητικό στοίχημα συνδέεται με τον πολιτισμό, το θέαμα, τη βιομηχανία και την οικονομία. Είναι ένα φαινόμενο πανάρχαιο και παγκόσμιο ...» (μα και για την πορνεία το ίδιο ισχύει!). Στην ίδια ημερίδα, ο τέως πρόεδρος της ΕΕΕΠ Α. Στεργιώτης στην ομιλία του λέει: «Έχουμε ταυτόχρονα το φαινόμενο της μαζικοποίησης πλέον, του τζόγου και της ιδεολογικής νομιμοποίησής του που ξεκινά αμέσως μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κλασικό παράδειγμα το Βέγκας, των ΗΠΑ ... Το αποτέλεσμα το γνωρίζετε, μέσα σε ελάχιστες δεκαετίες αυτό το στιγματισμένο πράγμα έχει γίνει ένας από τους πρώτους τουριστικούς προορισμούς στον κόσμο. Η βιομηχανία του τζόγου εκεί κατάφερε (σσ. να κάνει τον τζόγο) από κάτι το στιγματισμένο σε κάτι το ευρέως αποδεκτό. Μιλάμε για το τζόγο σαν εναλλακτική όπως το θέατρο, η συναυλία κλπ».
Ο Δ. Καρλής καθηγητής Στατιστικής στο Τμήμα Στατιστικής του Οικονομικού Πανεπιστήμιου Αθηνών, μιλάει με «σεβασμό» για το «sport industry» και το «betting industry» αυτά τα «τεράστια πια κομμάτια της οικονομίας» και με ενθουσιασμό που δύσκολα κρύβεται για την συμβολή που μπορεί να έχει η Στατιστική και γενικά η επιστήμη στον τομέα αυτόν, δηλαδή στο να γίνει θεραπαινίδα του τζόγου.
«Αυτές οι δραστηριότητες βοηθούν ιδρύματα, νοσοκομεία, αθλητικές εγκαταστάσεις ... και γενικά τα κέρδη από την ενασχόληση στο νόμιμο τζόγο, πέρα από τα κέρδη των μετόχων και των εμπλεκομένων, σε κάποιο σημαντικό βαθμό επιστρέφουν και στην κοινωνία» (εκπρόσωπος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας πρακτόρων του ΟΠΑΠ).
Αλλά και ο νυν πρόεδρος της ΕΕΕΠ Δ. Ντζανάτος δεν πάει πίσω. Στο μήνυμά του στην Έκθεση Πεπραγμένων έτους 2022 λέει: «Η αγορά των παιγνίων αντιμετωπίζεται με επιφυλακτικότητα από πολλούς φορείς της πολιτείας και μεγάλο μέρος του κοινού, επειδή σχετίζεται με «εθισμό» και επομένως ενέχει κινδύνους για την κοινωνία. Η ενασχόληση όμως με τα τυχερά παίγνια είναι σύμφυτη με την ανθρώπινη συμπεριφορά».
Εκπρόσωποι όλοι του συστήματος και άριστοι υπηρέτες του, δεν αντιλαμβάνονται σε τι κατάντια πέφτουν, συνδέοντας θετικά τα τυχερά παιγνίδια με τον αθλητισμό που σαν κοινωνική λειτουργία τον υπηρετεί, συγκρίνοντας τον τζόγο με το θέατρο και την συναυλία, ανυψώνοντάς τον σε πολιτισμό και τέχνη και καλώντας την επιστήμη στην υπηρεσία του. Ικανοποιούνται και καμαρώνουν που μια δραστηριότητα που συνδεόταν με την μαφία απαλλάχθηκε από το στίγμα και μαζικοποιήθηκε, έγινε «ευρέως αποδεκτή». Όσο για το αν είναι έμφυτη στον άνθρωπο η ενασχόληση με τον τζόγο, αν αυτό αλήθευε θα έπρεπε όλοι όσοι παίζουν να είναι ψυχικά υγιείς, να μην κινδυνεύει καθόλου από αυτό η ψυχική υγεία τους, ενώ όλοι όσοι δεν παίζουν να είναι ψυχικά άρρωστοι ή να κινδυνεύει από αυτό η ψυχική υγεία τους.
Το κάθε φαινόμενο σε μια κοινωνία συνδέεται και με τον πολιτισμό της, μπορεί όμως να συνδέεται θετικά ή αρνητικά με αυτόν. Ο πολιτισμός που αναγορεύει φαινόμενα σαν τον τζόγο σε στοιχεία του, δηλαδή θετικά στοιχεία του, είναι πολιτισμός σε παρακμή, είναι η παρακμή του πολιτισμού της ανθρώπινης κοινωνίας.